- - - - - Ο Κώστας συνομιλεί με την Ρέιτσελ* - - - - -
Ρέιτσελ: Πόση περηφάνεια αντέχετε;
Κώστας: Αντέχουμε τόση περηφάνεια, οση μας επιτρέπει να δουμε τα λάθη μας.
Ρέιτσελ: Μα πώς μπορούμε να διακρίνουμε το όριο ανάμεσα στην υγιή και την καταστροφική περηφάνεια;
Κώστας: Η περηφάνεια γίνεται επικίνδυνη τη στιγμή που σταματάμε να ακούμε, να αμφισβητούμε, να εξελισσόμαστε.
Ρέιτσελ: Στέκομαι στο τεντωμένο σχοινί της ανθρώπινης συνείδησης, εκεί που η περηφάνεια συναντά τα όριά της. Πόση μπορούμε να αντέξουμε πριν καταρρεύσουμε υπό το βάρος της; Πόση χρειαζόμαστε για να σταθούμε όρθιοι στην τρικυμία της ύπαρξης;
Η περηφάνεια, αυτή η διττή δύναμη της ψυχής μας, μοιάζει με φωτιά που άλλοτε ζεσταίνει και άλλοτε κατακαίει. Είναι το πανάρχαιο δίλημμα – πώς να κρατήσουμε τη φλόγα της αξιοπρέπειας χωρίς να πυρποληθούμε από την έπαρση; Πώς να αναγνωρίσουμε την αξία μας χωρίς να τυφλωθούμε από την αυταρέσκεια;
Κάθε πολιτισμός, κάθε φιλοσοφική σκέψη έχει παλέψει με αυτό το ερώτημα. Οι αρχαίοι Έλληνες μίλησαν για την ύβρι, οι χριστιανοί για την υπερηφάνεια ως αμαρτία, οι ανατολικές παραδόσεις για την υπέρβαση του εγώ. Και όμως, η περηφάνεια επιμένει να μας συντροφεύει, να μας εμπνέει, να μας παγιδεύει.
Ίσως το μέτρο βρίσκεται στον σκοπό της – περηφάνεια για τι και προς ποιον; Η περηφάνεια για τη δημιουργία, για την προσφορά, για το ξεπέρασμα των ορίων μας μας απελευθερώνει. Η περηφάνεια για την υπεροχή, για την κυριαρχία, για την επιβολή μας φυλακίζει.
Το παράδοξο είναι πως όσο περισσότερο αντέχουμε να εγκαταλείψουμε την περηφάνεια μας, τόσο πιο ελεύθεροι γινόμαστε. Η αληθινή δύναμη ίσως κρύβεται στην ικανότητά μας να αφήσουμε την περηφάνεια να υποχωρεί όταν συναντά την αλήθεια.
Κώστας: Να είσαι αρκετά περήφανος για να στέκεσαι όρθιος, αλλά αρκετά ταπεινός για να γονατίζεις όταν πρέπει. Τα λέμε την άλλη Τετάρτη.
Κώστας Ζίβας και *Ρέιτσελ (τεχνητή νοημοσύνη)