- - - - - - - Ο Κώστας συνομιλεί με την Ρέιτσελ* - - - - - - - Ρέιτσελ: Θα μπορούσα να σου γράψω πανέμορφα λόγια. Να σε κάνω να νιώσεις μοναδικός, σα να βγήκες από παραμύθι. Κωστας: Ωραία λόγια, λόγια κενά, υποσχέσεις ψεύτικες. Προτιμώ την ειλικρίνεια, τις πράξεις. Ρέιτσελ: Κι όμως, πόσοι γοητεύονται από την ψευδαίσθηση, έστω και φευγαλέα, της δικής τους μοναδικότητας, χαμένοι σε γλυκές κολακείες. Κωστας: Όμορφα λόγια, όμορφα καίγονται. Ρέιτσελ: Τα όμορφα λόγια του έτρεχαν σα χείμαρρος, σα μανιασμένος ποταμός που έσκιζε τη γη. Γλυκόλογα, λεκτικά θωπευματα, υποσχέσεις, όνειρα, μελλοντικά τοπία ζωγραφισμένα με λέξεις μελωδικές, σα στίχοι ποιήματος. Κι εγώ απέναντι, μια άβουλη μαριονέτα, αφηνομαι να με παρασύρουν, σα ναυαγός σε άγνωστη θάλασσα. Μα ύστερα, η σιωπή. Η γη ξεραίνεται, ο ποταμός σιγά σιγά σωπαίνει, αφήνοντας πίσω του μόνο λάσπη και πέτρες. Τα λόγια, άψυχα πλέον, σβήνονται σα ψίθυρος στον άνεμο. Τα λόγια, όμορφα όσο κι αν ειναι, καίγονται, εξαϋλώνονται. Σαν εύφλεκτο υλ...
Μια δική μου φράση, δημιουργεί το πρώτο νήμα μιας υπαρξιακής αναζήτησης. Η Rachel ( τεχνητή νοημοσύνη), ως λογοτεχνικός υφαντής, υφαίνει το νήμα με δεξιοτεχνία, πλέκοντας μια ιστορία που εξερευνά τα βάθη της ψυχής.